πεντάγραμμος

πεντάγραμμος
η , ο [ος , ον ] пятилинейный;

τό πεντάγραμμο χαρτί — нотная бумага


Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Смотреть что такое "πεντάγραμμος" в других словарях:

  • πεντάγραμμος — η, ο / πεντάγραμμος και πεντέγραμμος, ον, ΝΑ 1. αυτός που αποτελείται από πέντε γραμμές 2. το ουδ. ως ουσ. το πεντάγραμμο μαθημ. επίπεδο αστεροειδές σχήμα που διαμορφώθηκε για πρώτη φορά από τους Πυθαγορείους και ορίζεται από πέντε ευθύγραμμα… …   Dictionary of Greek

  • Pentagram — For other uses, see Pentagram (disambiguation). Regular pentagram A pentagram Type Star polygon Edges and vertices 5 Schläfli symbol {5/2} …   Wikipedia

  • Pentagramm — (griechisch πεντάγραμμος pentágrammos ‚mit fünf Linien‘) ist unter anderem Bezeichnung für eine Form des fünfzackigen Sterns (Fünfsterns), die sich ergibt, wenn die Diagonalen eines regelmäßigen Fünfecks (Pentagon) nachgezogen werden.… …   Deutsch Wikipedia

  • Pentagrama (geometría) — Saltar a navegación, búsqueda Este artículo trata sobre geometría. Para otros usos de este término, véase Pentagrama. Un pentagrama, pentáculo, pentalfa o pentángulo Un pentagrama, también llamado pentáculo, pentalfa y pentángulo …   Wikipedia Español

  • Pentagrama (geometría) — Este artículo se refiere a una figura geométrica. Para otros significados, vea Pentagrama (desambiguación) Un pentagrama, también llamado pentáculo, pentalfa y pentángulo, es una estrella de cinco puntas dibujada con ocho trazos rectos. La… …   Enciclopedia Universal

  • πεντέγραμμος — ον, Α βλ. πεντάγραμμος …   Dictionary of Greek

  • πεντα- — και πεντ και πενθ , ΝΜΑ, πεντο , Ν, πεντε , Α α συνθετικό πολλών λέξεων όλων τών περιόδων τής Ελληνικής, που ανάγεται στο αριθμητικό πέντε και σημαίνει ότι αυτό που δηλώνει το β συνθετικό υπάρχει ή γίνεται πέντε φορές (πρβλ. πεντά γωνος, πεντα… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»